Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.
Full diacritics: ξανθοκάρῠον | Medium diacritics: ξανθοκάρυον | Low diacritics: ξανθοκάρυον | Capitals: ΞΑΝΘΟΚΑΡΥΟΝ |
Transliteration A: xanthokáryon | Transliteration B: xanthokaryon | Transliteration C: ksanthokaryon | Beta Code: canqoka/ruon |
[κᾰ], τό, A clove, Aët.8.29.
ξανθοκάρυον: τό, εἶδος καρύου, Ἀέτ. 1, σ. 9b, 40.
ξανθοκάρυον, τὸ (Α)
είδος καρυδιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξανθός + κάρυον «καρύδι»].