σιταρκία

From LSJ
Revision as of 22:10, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Ὅστις γὰρ ἐν πολλοῖσιν ὡς ἐγὼ κακοῖς ζῇ, πῶς ὅδ' Οὐχὶ κατθανὼν κέρδος φέρει; → For one who lives amidst such evils as I do, how could it not be best to die?

Sophocles, Antigone, 464-5
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῑταρκία Medium diacritics: σιταρκία Low diacritics: σιταρκία Capitals: ΣΙΤΑΡΚΙΑ
Transliteration A: sitarkía Transliteration B: sitarkia Transliteration C: sitarkia Beta Code: sitarki/a

English (LSJ)

   A v. σιταρχία.

German (Pape)

[Seite 884] ἡ, hinreichender Proviant; τρίμηνος, Arist. oec. 2, 24. 30. 40, immer mit der v. l. σιταρχία, die Bekker an den letzten Stellen aufgenommen hat; eben so bei Pol.

Greek (Liddell-Scott)

σῑταρκία: ἡ, ἐπαρκεῖς ζωοτροφίαι, τροφαί, τριμήνου σ. Ἀριστ. Οἰκ. 2. 24, 2· καὶ αὐτὸς ὁ τύπος δέον πιθανῶς νὰ ἀποκατασταθῇ ἐν 2. 29., 2. 30· ἂν καὶ τὸ κῦρος τοῦ Ἀντιγράφου εἶναι ὑπὲρ τῆς γραφῆς σιταρχία· ὑπάρχει ἡ αὐτὴ ἀβεβαιότης ἐν τοῖς Ἀντιγράφοις τοῦ Πολυβ. π.χ. 1. 52. 5., 1. 70, 3, κτλ.

Greek Monolingual

ἡ, Μ
βλ. σιταρχία.

Russian (Dvoretsky)

σῑταρκία: ἡ снабжение хлебом, доставка продовольствия Arst., Polyb.