ἀναίρεμα
From LSJ
θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong
θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong
Full diacritics: ἀναίρεμα | Medium diacritics: ἀναίρεμα | Low diacritics: αναίρεμα | Capitals: ΑΝΑΙΡΕΜΑ |
Transliteration A: anaírema | Transliteration B: anairema | Transliteration C: anairema | Beta Code: a)nai/rema |
ατος, τό, A = ἑλώριον, Sch.A.R.2.264.
[Seite 189] τό, Beute, Raub, Schol. Ap. Rh. 2, 264.
ἀναίρεμα: -ατος, τό, = ἑλώριον, «ἅρπαγμα» Σχόλ. εἰς Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 264.
-ματος, τό presa Sch.A.R.2.264.
ἀναίρεμα, το (Μ) ἀναιρῶ
άγρα, λεία.