Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μετακέρασμα

From LSJ
Revision as of 15:15, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Ἡδύ γε δικαίους ἄνδρας εὐτυχεῖν ὁρᾶν → Gerechte Menschen glücklich sehen, das erfreut → Zu sehn, dass der Gerechte glücklich ist, erfreut

Menander, Monostichoi, 218
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετακέρασμα Medium diacritics: μετακέρασμα Low diacritics: μετακέρασμα Capitals: ΜΕΤΑΚΕΡΑΣΜΑ
Transliteration A: metakérasma Transliteration B: metakerasma Transliteration C: metakerasma Beta Code: metake/rasma

English (LSJ)

ατος, το, A mixture of cold and hot water, Hp.Acut.65; μ. ψυχροῦ καὶ θερμοῦ Plu.2.951e.

German (Pape)

[Seite 147] τό, Mischung aus zweierlei Dingen, Plut. de prim. frig. 15, ψυχροῦ καὶ θερμοῦ.

Greek (Liddell-Scott)

μετακέρασμα: τό, κρᾶμα ψυχροῦ καὶ θερμοῦ ὕδατος, τὸ οὕτω συγκεκερασμένον ὕδωρ, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 395· μ. ψυχροῦ καὶ θερμοῦ Πλούτ. 2. 951Ε.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
mélange de chaud et de froid, mélange tiède.
Étymologie: μετακεράννυμι.

Greek Monolingual

μετακέρασμα, τὸ (Α) μετακεράννυμι
μίγμα θερμού και ψυχρού νερού.

Russian (Dvoretsky)

μετακέρασμα: ατος τό смесь (ψυχροῦ καὶ θερμοῦ Plut.).