οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time
Full diacritics: ξιφήν | Medium diacritics: ξιφήν | Low diacritics: ξιφήν | Capitals: ΞΙΦΗΝ |
Transliteration A: xiphḗn | Transliteration B: xiphēn | Transliteration C: ksifin | Beta Code: cifh/n |
ῆνος, ὁ, A sword-bearer, Suid.
[Seite 279] ὁ, nach Suid. ὁ φέρων ξίφος.
ξιφήν, -ῆνος, ὁ (Α)
(κατά το λεξ. Σούδα) «ὁ φέρων ξίφος».
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξίφος + κατάλ -ήν (πρβλ. λειχ-ήν)].