προβάτερον
From LSJ
Full diacritics: προβᾰτερον | Medium diacritics: προβάτερον | Low diacritics: προβάτερον | Capitals: ΠΡΟΒΑΤΕΡΟΝ |
Transliteration A: probáteron | Transliteration B: probateron | Transliteration C: provateron | Beta Code: proba/teron |
A ν. πρόβατον 1.2.
Α πρόβατον
(κωμική λ.) επίθ. συγκριτ. βαθμ. που χρησιμοποιήθηκε στην παροιμ. φρ. προβάτου προβάτερον προκειμένου να δηλώσει ότι κάποιος είναι πιο ανόητος και από πρόβατο.