προβάτερον

From LSJ

τῶν γὰρ μετρίων πρῶτα μὲν εἰπεῖν τοὔνομα νικᾷ → the first mention of the word moderation wins the game (Euripides, Medea 125f.)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προβᾰτερον Medium diacritics: προβάτερον Low diacritics: προβάτερον Capitals: ΠΡΟΒΑΤΕΡΟΝ
Transliteration A: probáteron Transliteration B: probateron Transliteration C: provateron Beta Code: proba/teron

English (LSJ)

ν. πρόβατον 1.2.

Greek Monolingual

Α πρόβατον
(κωμική λ.) επίθ. συγκριτ. βαθμ. που χρησιμοποιήθηκε στην παροιμ. φρ. προβάτου προβάτερον προκειμένου να δηλώσει ότι κάποιος είναι πιο ανόητος και από πρόβατο.