ἀλληλογραφία

From LSJ
Revision as of 17:15, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ἀλεξίκακε τρισέληνε, μηδέποθ' ἡττηθείς, σήμερον ἐξετάθης → averter of woes, offspring of three nights, thou, who never didst suffer defeat, art to-day laid low

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλληλογραφία Medium diacritics: ἀλληλογραφία Low diacritics: αλληλογραφία Capitals: ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ
Transliteration A: allēlographía Transliteration B: allēlographia Transliteration C: allilografia Beta Code: a)llhlografi/a

English (LSJ)

ἡ, A writing of amoebaean poems, Eust. 55.39.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλληλογραφία: ἡ, γραφὴ ἀμοιβαίων ᾠδῶν ἢ λόγων, «λόγοι ἀμοιβαῖοι παρὰ τοῖς ποιηταῖς, ἐν οἷς τὰ πρόσωπα στιχηρῶς ἢ καὶ ἄλλως συντομώτερον πρὸς ἄλληλα φθέγγονται, ὅπερ καὶ ἀλληλογραφία λέγεται», Εὐστάθ. 55. 39.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ composición dialogada Eust.55.40.

Greek Monolingual

η (Μ ἀλληλογραφία)
νεοελλ.
1. ανταλλαγή επιστολών ή εγγράφων, έγγραφη ανταπόκριση
2. το σύνολο τών επιστολών ή εγγράφων που ανταλλάχθηκαν με κάποιον
μσν.
(στους ποιητές) η στιχομυθία
«λόγοι ἀμοιβαῖοι παρὰ τοῖς ποιηταῖς, ἐν οἷς τὰ πρόσωπα στοιχηρῶς ἢ καὶ ἄλλως συντομώτερον πρὸς ἄλληλα φθέγγονται, ὅπερ καὶ ἀλληλογραφία λέγεται» (Ευστάθιος 55, 39).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλληλογράφος < ἀλληλο- + -γράφος (< γράφω)].