φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy
Full diacritics: ἡλοποιός | Medium diacritics: ἡλοποιός | Low diacritics: ηλοποιός | Capitals: ΗΛΟΠΟΙΟΣ |
Transliteration A: hēlopoiós | Transliteration B: hēlopoios | Transliteration C: ilopoios | Beta Code: h(lopoio/s |
ὁ, A nail-smith, Lat. clavarius, Gloss.
ἡλοποιός, -ὸν (Α)
κατασκευαστής καρφιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήλος «καρφί» + -ποιος (< ποιώ),πρβλ. ηθο-ποιός, νομισματο-ποιός.