ἡλοποιός

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡλοποιός Medium diacritics: ἡλοποιός Low diacritics: ηλοποιός Capitals: ΗΛΟΠΟΙΟΣ
Transliteration A: hēlopoiós Transliteration B: hēlopoios Transliteration C: ilopoios Beta Code: h(lopoio/s

English (LSJ)

ὁ, nail-smith, Lat. clavarius, Glossaria.

Greek Monolingual

ἡλοποιός, -ὸν (Α)
κατασκευαστής καρφιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήλος «καρφί» + -ποιος (< ποιώ),πρβλ. ηθοποιός, νομισματοποιός.