ξυλοπριστικός

From LSJ
Revision as of 11:02, 31 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ2 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὄρνιθι γὰρ καὶ τὴν τότ᾽ αἰσίῳ τύχην παρέσχες ἡμῖν → for it was by a good omen that you provided that past fortune to us

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ξυλοπριστικός Medium diacritics: ξυλοπριστικός Low diacritics: ξυλοπριστικός Capitals: ΞΥΛΟΠΡΙΣΤΙΚΟΣ
Transliteration A: xylopristikós Transliteration B: xylopristikos Transliteration C: ksylopristikos Beta Code: culopristiko/s

English (LSJ)

πῆχυς, sawyer's cubit, Hero Geom. 23.6.

Greek (Liddell-Scott)

ξυλοπριστικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὸ πρίειν ξύλα, Ἥρων Νεώτ. 140, 3.

Greek Monolingual

ξυλοπριστικός, -ή, -όν (Α)
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο πριόνισμα ή ο κατάλληλος για πριόνισμα ξύλων («ξυλοπριστικός πῆχυς», Ήρων Γεωμ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξύλον + πριστικός (< πρίω «πριονίζω»)].