πλέων επί οίνοπα πόντον επ' αλλοθρόους ανθρώπους → while sailing over the wine-dark sea to men of strange speech
θουραῖος, -αία, -ον (Α) θούρος(κατά τον Ησύχ.) βίαιος, ορμητικός, ασελγής, λάγνος.