δικτυοθήρας

From LSJ
Revision as of 08:45, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch

Menander, Monostichoi, 172
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δικτῠοθήρας Medium diacritics: δικτυοθήρας Low diacritics: δικτυοθήρας Capitals: ΔΙΚΤΥΟΘΗΡΑΣ
Transliteration A: diktyothḗras Transliteration B: diktyothēras Transliteration C: diktyothiras Beta Code: diktuoqh/ras

English (LSJ)

ου, ὁ, A net-fisher, Sch. Theoc.1.40.

German (Pape)

[Seite 630] ὁ, = δικτυβόλος, Schol. Theocr. 1, 40.

Greek (Liddell-Scott)

δικτυοθήρας: ὁ, ὁ θηρεύων διὰ δικτύων, ἁλιεύς, Σχολ. Θεοκρ. 1. 40.

Greek Monolingual

δικτυοθήρας, ο (AM)
αυτός που κυνηγάει ζώα και πουλιά με δίχτυ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δίκτυον + -θήρας < θήρα «κυνήγι» (πρβλ. ορνιθοθήρας, ορτυγοθήρας]