Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

λίτρο

From LSJ
Revision as of 14:15, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Νόμιζε κοινὰ πάντα δυστυχήματα → Commune cuivis crede, quod cuiquam accidit → Geh davon aus, dass jedes Unglück jedem droht

Menander, Monostichoi, 369

Greek Monolingual

το
μονάδα όγκου ή χωρητικότητας που ισοδυναμεί προς ένα κυβικό δεκατόμετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. litre < μσν. λατ. litra < ελλ. λίτρα. Η λ., στον λόγιο τ. λίτρον, μαρτυρείται από το 1887 στον Αν. Κ. Χρηστομάνο].