λυσσοφοβία

From LSJ
Revision as of 14:35, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

χελῶναι μακάριαι τοῦ δέρματος → you tortoises are fortunate in your skin, you blessed turtles with your shell

Source

Greek Monolingual

η
παθολογικός φόβος από τον οποίο κατέχεται κάποιος μήπως προσβληθεί από λύσσα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύσσα + -φοβία (< φόβος), πρβλ. ζωο-φοβία, θανατο-φοβία. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στην εφημερίδα Εφημερίς].