φρυνολόγος

From LSJ
Revision as of 13:55, 14 September 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "perh." to "perhaps")

πάλιν δ' ὅ γε λάζετο μῦθον → he took back his speech, he retracted his speech, he altered his speech

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φρῡνολόγος Medium diacritics: φρυνολόγος Low diacritics: φρυνολόγος Capitals: ΦΡΥΝΟΛΟΓΟΣ
Transliteration A: phrynológos Transliteration B: phrynologos Transliteration C: frynologos Beta Code: frunolo/gos

English (LSJ)

ὁ, A toad-catcher, or φρυνολόχος, ὁ, (λοχάω) lying in wait for toads, a species of hawk, perhaps marsh-harrier, Id.HA620a21.

Greek (Liddell-Scott)

φρῡνολόγος: -ον, ὁ συλλέγων ἢ συλλαμβάνων φρύνους, ἢ φρυνολόχος, ον· (λοχάω)· ὁ ἐνεδρεύων τοὺς φρύνους. ὄνομα ἁρπακτικοῦ ὀρνέου, πιθ. εἴδους ἱέρακος, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 36. 1.

Greek Monolingual

-ον, Α
(για πτηνό) αυτός που μαζεύει βατράχους, φρυνολοχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρύνη / φρῦνος «βάτραχος» + -λόγος].

Russian (Dvoretsky)

φρῡνολόγος: собирающий жаб, т. е. питающийся жабами (ἱέρακες Arst.).