ἐπακριβής

From LSJ
Revision as of 17:20, 30 May 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "as Adv." to "as adverb")

Μακάριόν ἐστιν υἱὸν εὔτακτον τρέφειν → Felicitas eximia sapiens filius → Ein Glück ist's, einen Sohn, der brav ist, großzuziehn

Menander, Monostichoi, 342
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπακρῑβής Medium diacritics: ἐπακριβής Low diacritics: επακριβής Capitals: ΕΠΑΚΡΙΒΗΣ
Transliteration A: epakribḗs Transliteration B: epakribēs Transliteration C: epakrivis Beta Code: e)pakribh/s

English (LSJ)

ές, A accurate: neut. as adverb, -ὲς πάντα ἐπεξιέναι Aps. Rh.p.316 H.

Greek Monolingual

ἐπακριβής, -ές)
νεοελλ.
αυτός που γίνεται με απόλυτη ακρίβεια, ο εντελώς ακριβής
αρχ.
1. επιμελής
2. (το ουδ. ως επίρρ.) ἐπακριβές
με ακρίβεια, επιμελώς
επίρρ...
επακριβώς
με μεγάλη ακρίβεια, επιμελώς.