ἐπακριβής

From LSJ

μήτε δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement until you have heard a speech on both sides

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπακρῑβής Medium diacritics: ἐπακριβής Low diacritics: επακριβής Capitals: ΕΠΑΚΡΙΒΗΣ
Transliteration A: epakribḗs Transliteration B: epakribēs Transliteration C: epakrivis Beta Code: e)pakribh/s

English (LSJ)

ἐπακριβές, accurate: neut. as adverb, -ὲς πάντα ἐπεξιέναι Aps. Rh.p.316 H.

Greek Monolingual

ἐπακριβής, -ές)
νεοελλ.
αυτός που γίνεται με απόλυτη ακρίβεια, ο εντελώς ακριβής
αρχ.
1. επιμελής
2. (το ουδ. ως επίρρ.) ἐπακριβές
με ακρίβεια, επιμελώς
επίρρ...
επακριβώς
με μεγάλη ακρίβεια, επιμελώς.