ὑποδούλωσις

From LSJ
Revision as of 14:34, 13 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Created page with "{{grml |mltxt=η, Ν<br />η ενέργεια και το αποτέλεσμα του υποδουλώνω, στέρηση της ελευθερίας και...")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἀγάπης δὲ οὐδὲν μεῖζον οὔτε ἴσον ἐστίnothing is greater or equal to love

Source

Greek Monolingual

η, Ν
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του υποδουλώνω, στέρηση της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας κάποιου με την υπαγωγή του στην κυριαρχία άλλου, καθυπόταξη, σκλάβωμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υποδουλώνω. Η λ., στον λόγιο τ. ὑποδούλωσις, μαρτυρείται από το 1856 στο Λεξικόν Γαλλοελληνικόν και Ελληνογαλλικόν του Σκ. Δ. Βυζαντίου].