εἰσπίτνω
From LSJ
Ἀδώνι' ἄγομεν καὶ τὸν Ἄδωνιν κλᾴομεν → We conduct the rites of Adonis, we weep for Adonis (Pherecrates, fr. 170)
English (LSJ)
poet. form of εἰσπίπτω, E.Tr.751.
German (Pape)
[Seite 745] dasselbe, Eur. Tr. 746, besser εἰσπιτνών als aor.
Greek (Liddell-Scott)
εἰσπίτνω: ποιητ. τύπος τοῦ εἰσπίπτω, (ἴδε πίτνω), πτέρυγας εἰσπίτνων ἐμὰς Εὐρ. Τρῳ. 751.
Greek Monolingual
Greek Monotonic
εἰσπίτνω: ποιητ. τύπος του εἰσ-πίπτω (βλ. πίτνω), σε Ευρ.