Ὁ θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.
Epicurus, Letter to MenoeceusFrench (Bailly abrégé)
adv.
sans énergie, mollement;
Sp. ἀσυντονώτατα.
Étymologie: ἀ, σύντονος.
Russian (Dvoretsky)
ἀσυντόνως: вяло, медленно (ἀσυντονώτατα πρός τι ἔχειν Xen.).