πάλλα

From LSJ
Revision as of 14:25, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Κρεῖττον τὸ μὴ ζῆν ἐστιν ἢ ζῆν ἀθλίως → Death is better than a life of misery → Satius mori quam calamitose vivere → Der Tod ist besser als ein Leben in der Not

Menander, Monostichoi, 296
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πάλλα Medium diacritics: πάλλα Low diacritics: πάλλα Capitals: ΠΑΛΛΑ
Transliteration A: pálla Transliteration B: palla Transliteration C: palla Beta Code: pa/lla

English (LSJ)

ἡ, ball (σφαῖρα ἐκ ποικίλων ναμάτων (fort. νημάτων) πεποιημένη Hsch.), read by Dionysodorus for σφαῖρα in Od.6.115.

German (Pape)

[Seite 452] ἡ, der Ball, wie einige für σφαῖρα schon Od. 6, 115 lesen wollten; σφαῖρα ἐκ ποικίλων νημάτων πεποιημένη erkl. Hesych., also wie bei uns die Bälle zum Ballspielen gemacht.

Greek (Liddell-Scott)

πάλλα: ἡ, ἡ συνήθως καλουμένη σφαῖρα, «τόπι», καὶ οὕτω τινὲς προτείνουσι νὰ ἀναγνωσθῇ ἐν Ὀδ. Ζ. 115. Κατὰ τὸν Ἡσύχιον: «σφαῖρα ἐκ ποικίλων νημάτων πεποιημένη». (Λατ. pila, ἴσως συγγενὲς τῷ πάλλω).

Greek Monolingual

πάλλα, ἡ (Α)
σφαίρα κατασκευασμένη από διάφορα νήματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τ. αμφίβολου σχηματισμού, πιθ. υποχωρητ. παρ. του ρ. πάλλω].