σαμβαλούχη

From LSJ
Revision as of 17:45, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau

Menander, Monostichoi, 261
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σαμβᾰλούχη Medium diacritics: σαμβαλούχη Low diacritics: σαμβαλούχη Capitals: ΣΑΜΒΑΛΟΥΧΗ
Transliteration A: sambaloúchē Transliteration B: sambalouchē Transliteration C: samvaloychi Beta Code: sambalou/xh

English (LSJ)

ἡ, shoe-case, Herod.7.19; also σαλπ-χίς, ίδος, ἡ, ib.53.

Greek Monolingual

ἡ, Α
θήκη κατάλληλη για την τοποθέτηση ή για την φύλαξη σανδάλων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάμβαλον, αιολ. τ. του σάνδαλον + -ούχη (< -οῦχος < ἔχω)].