Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld
Full diacritics: δάρμα | Medium diacritics: δάρμα | Low diacritics: δάρμα | Capitals: ΔΑΡΜΑ |
Transliteration A: dárma | Transliteration B: darma | Transliteration C: darma | Beta Code: da/rma |
ατος, τό, Delph., = δέρμα, Michel995D35 (ca.400 B.C.).
v. δέρμα.
(I)
το δέρω
δαρμός.
(II)
δάρμα, το (Α)
δέρμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Δελφικός τ. αντί του δέρμα].