Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
Full diacritics: θαλύπτω | Medium diacritics: θαλύπτω | Low diacritics: θαλύπτω | Capitals: ΘΑΛΥΠΤΩ |
Transliteration A: thalýptō | Transliteration B: thalyptō | Transliteration C: thalypto | Beta Code: qalu/ptw |
= θάλπω, aor. 1 inf. θαλύψαι, Id.; cf. ἀκροθάλυπτος.
θαλύπτω: θάλπω, Ἡσύχ. ἐν λέξ. θαλύψαι· ἴδε ἀκροθάλυπτος.
θαλύπτω (Α)
θάλπω.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. θαλυκρός.