μακτρισμός

From LSJ
Revision as of 03:45, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου → but by the sublimity of thy divine commandments

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μακτρισμός Medium diacritics: μακτρισμός Low diacritics: μακτρισμός Capitals: ΜΑΚΤΡΙΣΜΟΣ
Transliteration A: maktrismós Transliteration B: maktrismos Transliteration C: maktrismos Beta Code: maktrismo/s

English (LSJ)

ὁ, = ἀπόκινος, Ath.14.629c.

Greek (Liddell-Scott)

μακτρισμός: ὁ, = ἀπόκινος, εἶδος ὀρχήσεως, Ἀθήν. 629C, Πολυδ. Δ΄, 104.

Greek Monolingual

μακτρισμός, ὁ (Α)
είδος αρχαίου ασελγούς χορού, απόκινος («τὴν δ' ἀπόκινον καλουμένην ὄρχησιν... ὕστερον μακτρισμὸν ὠνόμασαν», Αθήν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μακ- του μάσσω «ζυμώνω, μαλάσσω» με επίδραση τών μακτήρ, μάκτρα, μέσω ενός αμάρτυρου μακτρίζω (πρβλ. κορδακισμός)].