Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

μικρομερής

From LSJ
Revision as of 04:20, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
Menander, fragment 761
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μικρομερής Medium diacritics: μικρομερής Low diacritics: μικρομερής Capitals: ΜΙΚΡΟΜΕΡΗΣ
Transliteration A: mikromerḗs Transliteration B: mikromerēs Transliteration C: mikromeris Beta Code: mikromerh/s

English (LSJ)

or σμικρ-, ές, (μέρος) consisting of small parts, Pl.Ti.60e (Comp.), 78b (Comp.), Arist.Metaph.989a1 (Sup.), Cael.303b27, Ptol.Alm.2.10 (Comp.). Adv. σμικρομερῶς to a slight extent, PMasp.2.6 (vi A.D.).

Greek (Liddell-Scott)

μῑκρομερής: ἢ σμικρ-, ές, (μέρος) ὁ ἐκ μικρῶν μερῶν συγκείμενος, Πλάτ. Τίμ. 60Ε, 78Β, Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 8. 3, π. Οὐρ. 3. 5, 4.

Greek Monolingual

μικρομερής και σμικρομερής, -ές (Α)
αυτός που σύγκειται από μικρά μέρη.
επίρρ...
μικρομερῶς και σμικρομερῶς (Α)
σε μικρή έκταση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο)- + -μερής (< μέρος), πρβλ. ισο-μερής].

Russian (Dvoretsky)

μῑκρομερής: и σμῑκρομερής 2 состоящий из мелких частей (σῶμα Arst.; σχηματισμός Plut.).