ἑπτάλοφος

From LSJ
Revision as of 08:50, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρίαroot of all the evils is the love of money, for every possible kind of evil can be motivated by the love of money

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑπτάλοφος Medium diacritics: ἑπτάλοφος Low diacritics: επτάλοφος Capitals: ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ
Transliteration A: heptálophos Transliteration B: heptalophos Transliteration C: eptalofos Beta Code: e(pta/lofos

English (LSJ)

ον, seven-hilled, ἄστυ, of Rome, Cic.Att. 6.5.2, AP14.121 (Metrod.), cf. Plu.2.280d.

German (Pape)

[Seite 1012] siebenhügelig, ἄστυ, Cic. Att. 3, 5; Plut. qu. Rom. 69.

Greek (Liddell-Scott)

ἑπτάλοφος: -ον, ὁ ἔχων ἑπτὰ λόφους, περὶ τῆς Ρώμης, Κικ. πρὸς Ἀττ. 6. 5, 2, Ἀνθ. Π. 14. 121, Πλούτ. 2. 280D.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
aux sept collines (la ville, càd Rome).
Étymologie: ἑπτά, λόφος.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἑπτάλοφος, -ον)
1. αυτός που έχει επτά λόφους, είναι χτισμένος πάνω σε επτά λόφους
2. το θηλ. ως ουσ. ἡ Ἑπτάλοφος
α) η Ρώμη
β) η Κωνσταντινούπολη.

Greek Monotonic

ἑπτάλοφος: -ον, αυτός που βρίσκεται πάνω σε επτά λόφους, λέγεται για τη Ρώμη, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

ἑπτάλοφος: семихолмный (Ῥώμη Plut., Anth.).

Middle Liddell

ἑπτά-λοφος, ον
on seven hills, of Rome, Anth.