ἀνακυκλικός

From LSJ
Revision as of 10:12, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

καὶ οἱ ἀμαθέστατοι τῶν ἰατρῶν τὸ αὐτὸ σοὶ ποιοῦσιν, ἐλεφαντίνους νάρθηκας καὶ σικύας ἀργυρᾶς ποιούμενοι καὶ σμίλας χρυσοκολλήτους: ὁπόταν δὲ καὶ χρήσασθαι τούτοις δέῃ, οἱ μὲν οὐδὲ ὅπως χρὴ μεταχειρίσασθαι αὐτὰ ἴσασιν → the most ignorant of doctors do the same as you, getting themselves ivory containers, silver cupping instruments, and gold-inlaid scalpels; but when it's time to use those things, they haven't the slightest notion of how to handle them

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνακυκλικός Medium diacritics: ἀνακυκλικός Low diacritics: ανακυκλικός Capitals: ΑΝΑΚΥΚΛΙΚΟΣ
Transliteration A: anakyklikós Transliteration B: anakyklikos Transliteration C: anakyklikos Beta Code: a)nakukliko/s

English (LSJ)

ή, όν, easy to turn round, of a verse that will read either backwards or forwards, ἀναστρέφον ἢ ἀνακυκλικόν AP6.323 tit.

German (Pape)

[Seite 194] was sich leicht umdrehen läßt, bes, kleine Gedichte, die vor- u. rückwärts gelesen werden können, wie Leon Al. 33 (VI, 323).

Greek (Liddell-Scott)

ἀνακυκλικός: -ή, -όν, εὔκολος νὰ ἀναστραφῇ, ἐπὶ στίχου ὅπερ δύναται νὰ ἀναγνωσθῇ καὶ ὀπισθοδρομικῶς, ἀναστρέφον ἢ ἀνακυκλικόν, ἐπιγραφὴ ποιήματος ἐν Ἀνθ. Π. 6. 323.

Greek Monolingual

-ή, -ό (Α ἀνακυκλικός, -ή, -όν)
νεοελλ.
αυτός που γίνεται με ανακύκληση
αρχ.
αυτός που περιστρέφεται εύκολα, (στίχος) που διαβάζεται αναδρομικά, από το τέλος προς την αρχή.

Russian (Dvoretsky)

ἀνακυκλῐκός: обратимый, т. е. могущий быть прочтенным в обратном направлении Anth.