ταυροφανής

From LSJ
Revision as of 10:39, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Γάμος γὰρ ἀνθρώποισιν εὐκταῖον κακόν → Conubium homini inire votivum est malum → Die Ehe ist den Menschen ein erflehtes Leid

Menander, Monostichoi, 102
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταυροφᾰνής Medium diacritics: ταυροφανής Low diacritics: ταυροφανής Capitals: ΤΑΥΡΟΦΑΝΗΣ
Transliteration A: taurophanḗs Transliteration B: taurophanēs Transliteration C: tavrofanis Beta Code: taurofanh/s

English (LSJ)

ές, bull-like, D.P.642.

German (Pape)

[Seite 1074] ές, stierähnlich, D. Per. 642.

Greek (Liddell-Scott)

ταυροφᾰνής: -ές, ὁ φαινόμενος ὡς ταῦρος, ὅμοιος ταύρῳ, Διον. Π. 642.

Greek Monolingual

-ές, Α
αυτός που έχει την εμφάνιση ταύρου, που μοιάζει με ταύρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος + -φανής (< φαίνω / φαίνομαι), πρβλ. ἐλεφαντο-φανής].