ἐχθιζινός
From LSJ
ἀκίνδυνοι δ' ἀρεταὶ οὔτε παρ' ἀνδράσιν οὔτ' ἐν ναυσὶ κοίλαις τίμιαι → but excellence without danger is honored neither among men nor in hollow ships
English (LSJ)
ή, όν, = ἐχθεσινός, Men.303.
German (Pape)
[Seite 1124] = ἐχθεσινός, Men. in B. A. 438, 11. Vgl. Lob. zu Phryn. p. 323.
Greek (Liddell-Scott)
ἐχθιζινός: ή, όν,= ἐχθεσινός, Μένανδρ. ἐν «Κυβερνήταις» 3.
Greek Monolingual
ἐχθιζινός, -ή, -όν (Α)
εχθεσινός («μένω γὰρ ἐξ ἐχθιζινοῦ», Μέν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. του χθιζινός < χθιζός < χθες].
Russian (Dvoretsky)
ἐχθιζῐνός: Men. = ἐχθεσινός.