ἡμιπλίνθιον

From LSJ
Revision as of 10:53, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

λογισάμενος ὅτι καὶ ἐκ νεκρῶν ἐγεῖραι δυνατὸς ὁ Θεός → in the belief that God was able to raise him up from the dead

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμιπλίνθιον Medium diacritics: ἡμιπλίνθιον Low diacritics: ημιπλίνθιον Capitals: ΗΜΙΠΛΙΝΘΙΟΝ
Transliteration A: hēmiplínthion Transliteration B: hēmiplinthion Transliteration C: imiplinthion Beta Code: h(mipli/nqion

English (LSJ)

τό, (πλίνθος) half-plinth, brick (two of which formed a plinth), ἡμιπλίνθια χρυσοῦ ingots of gold, Hdt.1.50, cf. IG12.314.82:—also ἡμί-πλινθος, ὁ, Gloss.

German (Pape)

[Seite 1169] τό, Halbziegel, Her. 1, 50; Themist. or. 19.

Greek (Liddell-Scott)

ἡμιπλίνθιον: τό, (πλίνθος) ἡμίσεια πλίνθος, «τοῦβλον» (ὧν δύο ἀπετέλουν μίαν πλίνθον), Λατ. semilaterium, ἡμιπλίνθια χρυσοῦ, ἐλάσματα παχέα ἀκατεργάστου χρυσοῦ, Ἡρόδ. 1. 50.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
demi-brique.
Étymologie: ἡμι-, πλίνθος.

Greek Monolingual

ἡμιπλίνθιον, τὸ και ἡμίπλινθος, ἡ (Α) ημίπλινθος
μισή πλίνθος, μισό τούβλο.

Greek Monotonic

ἡμιπλίνθιον: τό (πλίνθος), μισή πλίνθος, το ένα τούβλο δύο από τα οποία σχημάτιζαν μία πλίνθο, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

ἡμιπλίνθιον: τό полукирпич (прямоугольная плитка размером 1 х 2) Her.

Middle Liddell

ἡμι-πλίνθιον, ου, τό, πλίνθος
a half-plinth, a brick (two of which formed a plinth), Hdt.