μελλοθάνατος
From LSJ
δόξειε δ' ἂν τῆς κυριωτάτης καὶ μάλιστα ἀρχιτεκτονικῆς. τοιαύτη δ' ἡ πολιτικὴ φαίνεται → It would seem to belong to the most authoritative art and that which is most truly the master art. And politics appears to be of this nature.
English (LSJ)
[θᾰ], ον, at the point of aeath, Sch.Ar. Pl.277.
German (Pape)
[Seite 125] im Begriffe zu sterben, dem Tode nahe, zw.
Greek (Liddell-Scott)
μελλοθάνᾰτος: -ον, ὁ μέλλων ἐντὸς ὀλίγου νὰ ἀποθάνῃ, Σχόλ. εἰς Ἀριστ. Πλ. 277.
Greek Monolingual
-η, -ο (ΑM μελλοθάνατος, -ον)
αυτός που πρόκειται να πεθάνει σύντομα
νεοελλ.
άνθρωπος καταδικασμένος σε θάνατο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + θάνατος (πρβλ. ετοιμο-θάνατος)].