φαρμακόμαντις
ἡ δὲ φύσις φεύγει τὸ ἄπειρον· τὸ μὲν γὰρ ἄπειρον ἀτελές, ἡ δὲ φύσις ἀεὶ ζητεῖ τέλος → nature, however, avoids what is infinite, because the infinite lacks completion and finality, whereas this is what Nature always seeks
English (LSJ)
εως, ὁ, either one who is at once φαρμακός and μάντις, or who uses φάρμακα to divine from, title of play by Anaxandrides.
German (Pape)
[Seite 1256] ὁ, entweder Einer, der zugleich φαρμακός u. μάντις ist, od. Einer, der sich der φάρμακα bedient, um daraus zu wahrsagen; Titel einer Comödie des Anaxandrid. bei Ath. VI, 261 e.
Greek (Liddell-Scott)
φαρμᾰκόμαντις: -εως, ὁ ἢ ὁ ὢν ἅμα φαρμακὸς καὶ μάντις, ἢ ὁ μεταχειριζόμενος φάρμακα ὅπως δι’ αὐτῶν μαντεύηται, ὄνομα κωμῳδίας τινὸς τοῦ Ἀναξανδρίδου. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 537.
Greek Monolingual
-άντεως, ὁ, ΜΑ
ο φαρμακός και μάντης ταυτόχρονα ή αυτός που χρησιμοποιεί φάρμακα προκειμένου να προβλέψει το μέλλον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάρμακον + μάντις (πρβλ. ὀνειρό-μαντις)].