ἀργυρίς
Ψυχῆς νοσούσης ἐστὶ φάρμακον λόγος → Sermo medela est animi ad aegrimonias → Der kranken Seele Heilungsmittel ist das Wort
English (LSJ)
ίδος, ἡ, A silver cup or vessel, Pi.O.9.90, Pherecr.129, IG 1.127.16, SIG2588.142 (Delos, ii B.C.), Ath. 11.502a. 2 plate in general, πίνειν ἐξ ἀργυρίδων χρυσῶν Anaxil.40. II = δραχμή, Heraclid.Lemb.5.
Spanish (DGE)
(ἀργῠρίς) -ίδος, ἡ
• Morfología: [ac. sg. ἄργυριν Alcm.3.77]
1 vaso o copa de plata Alcm.3.77, Pi.O.9.90, Pherecr.135, IG 13.306.35, 36, etc. (V a.C.), ID 442.B.142 (II a.C.), Poll.6.98, Ath.502a, Aristaenet.2.18.20.
2 vaso gener. ἐξ ἀργυρίδων χρυσῶν Anaxil.40, cf. Ath.784a.
3 moneda de plata, dracma Heraclid.Lemb.5.
Greek (Liddell-Scott)
ἀργυρίς: -ίδος, ἡ, ἀργυροῦν ποτήριον ἢ φιάλη, ἀγῶν’ ἀμφ’ ἀργυρίδεσσιν Πινδ. Ο. 9. 137, ποῖ τὴν ἀργυρίδα τηνδὶ φέρεις; Φερεκρ. ἐν «Πέρσαις» 6 (Ἀθήν. 502Α), Συλλ. Ἐπιγρ. 140. 46., 141Β. 12., 142. 13. 2) φιάλη ἐν γένει, οὐ μόνον ἐξ ἀργύρου, καὶ πίνειν ἐξ ἀργυρίδων χρυσῶν Ἀναξίλας ἐν Ἀδήλ. 8. ΙΙ. = δραχμὴ κωμικῶς, «Ἀλέξανδρος ὁ τὴν Οὐρανόπολιν κτίσας διαλέκτους ἰδίας εἰσήνεγκεν· ὀρθοβόαν μὲν τὸν ἀλεκτρυόνα καλῶν καὶ βροτοκέρτην τὸν κουρέα, καὶ τὴν δραχμὴν ἀργυρίδα» Ἀθήν. 98Ε.
English (Slater)
ἀργῠρίς silver cup, vessel οἷον δ' ἐν Μαραθῶνι μένεν ἀγῶνα πρεσβυτέρων ἀμφ ἀργυρίδεσσιν (ἀργύρειαι φιάλαι ἆθλα ἦσαν ἐν Μαραθῶνι ἐν τοῖς Ἡρακλείοις. Σ.) (O. 9.90)
Greek Monolingual
ἀργυρίς, η (Α) άργυρος
1. αργυρό ποτήρι ή φιάλη
2. (γενικά) ποτήρι
3. η δραχμή.
Russian (Dvoretsky)
ἀργυρίς: ίδος ἡ серебряный сосуд Pind.