ἐκμυκτηρισμός
From LSJ
λέγεις, ἃ δὲ λέγεις ἕνεκα τοῦ λαβεῖν λέγεις → you speak, but you say what you say for the sake of gain (Menander, fr. 776)
Full diacritics: ἐκμυκτηρισμός | Medium diacritics: ἐκμυκτηρισμός | Low diacritics: εκμυκτηρισμός | Capitals: ΕΚΜΥΚΤΗΡΙΣΜΟΣ |
Transliteration A: ekmyktērismós | Transliteration B: ekmyktērismos | Transliteration C: ekmyktirismos | Beta Code: e)kmukthrismo/s |
ὁ, derision, Hsch.
-οῦ, ὁ mofa Hsch.
ἐκμυκτηρισμός: μυκτηρισμός.
ἐκμυκτηρισμός, ο (Α)
χλευασμός.