μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς → may death not come to me without tears, but when I die may I leave my friends with sorrow and lamentation
subs.
Act of disfiguring: P. and V. διαφθορά, ἡ, λώβη, ἡ (Plat.), λύμη. ἡ (Plat.), αἰκία, ἡ, αἴκισμα, τό, P. αἰκισμός, ὁ.
Deformity: P. αἶσχος, τό (Plat.), πονηρία, ἡ (Plat.).
Ugliness: P. αἶσχος, τό (Plat.); see ugliness.