κατικετεύω
From LSJ
Ἱερὸν ἀληθῶς ἐστιν ἡ συμβουλία → Consilia dare, res prorsus et vere sacra est → Ein Heiligtum ist in der Tat ein guter Rat
English (LSJ)
Ion. for καθικετεύω.
German (Pape)
[Seite 1401] ion. = καθικετεύω, Her.
French (Bailly abrégé)
ion. c. καθικετεύω.
Greek (Liddell-Scott)
κατῐκετεύω: Ἰων. ἀντὶ τοῦ καθικετεύω.
Greek Monolingual
κατικετεύω (Α)
ιων. τ. του καθικετεύω.
Greek Monotonic
κατῐκετεύω: Ιων. αντί καθ-ικετεύω.
Russian (Dvoretsky)
κατικετεύω: ион. = καθικετεύω.