κατικετεύω

From LSJ

Οὕτως γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον → For God so loved the world that he gave his only begotten Son that whosoever believeth in him should not perish but have everlasting life (John 3:16)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατῐκετεύω Medium diacritics: κατικετεύω Low diacritics: κατικετεύω Capitals: ΚΑΤΙΚΕΤΕΥΩ
Transliteration A: katiketeúō Transliteration B: katiketeuō Transliteration C: katiketeyo Beta Code: katiketeu/w

English (LSJ)

Ion. for καθικετεύω.

German (Pape)

[Seite 1401] ion. = καθικετεύω, Her.

French (Bailly abrégé)

ion. c. καθικετεύω.

Russian (Dvoretsky)

κατικετεύω: ион. = καθικετεύω.

Greek (Liddell-Scott)

κατῐκετεύω: Ἰων. ἀντὶ τοῦ καθικετεύω.

Greek Monolingual

κατικετεύω (Α)
ιων. τ. του καθικετεύω.

Greek Monotonic

κατῐκετεύω: Ιων. αντί καθ-ικετεύω.