Νόμων ἔχεσθαι (Νόμοις ἕπεσθαι) πάντα δεῖ τὸν σώφρονα → Legibus haerere sapiens debet firmiter → Dem Klugen ist Gesetzestreue stete Pflicht
Full diacritics: κατόψομαι | Medium diacritics: κατόψομαι | Low diacritics: κατόψομαι | Capitals: ΚΑΤΟΨΟΜΑΙ |
Transliteration A: katópsomai | Transliteration B: katopsomai | Transliteration C: katopsomai | Beta Code: kato/yomai |
v. καθοράω ou *κατόπτομαι.
κατόψομαι: fut. к καθοράω.
κατόψομαι: μέλλ. τοῦ καθοράω, (ἀόρ. κατεῖδον), Ἀριστ. Τοπ. 1. 2, 2.
κατ-όψομαι fut. van καθ-οράω.