μελαγγραφής

From LSJ
Revision as of 14:30, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελαγγρᾰφής Medium diacritics: μελαγγραφής Low diacritics: μελαγγραφής Capitals: ΜΕΛΑΓΓΡΑΦΗΣ
Transliteration A: melangraphḗs Transliteration B: melangraphēs Transliteration C: melaggrafis Beta Code: melaggrafh/s

English (LSJ)

ές, marked with black, διφθέραι prob. for μελεγγρ- in E.Fr.627.

Russian (Dvoretsky)

μελαγγραφής: покрытый черными узорами (διφθέραι Eur.).

Greek (Liddell-Scott)

μελαγγρᾰφής: -ές, ὁ μὲ μέλαν χρῶμα γεγραμμένος, διφθέραι Εὐρ. Ἀποσπ. 629.

Greek Monolingual

μελαγγραφής, -ές (Α)
γραμμένος με μαύρο χρώμα («διφθέραι μελαγγραφείς», Ευ p.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + -γραφής (< γραφή), πρβλ. αρτιγραφής, χρυσογραφής].