νευρειή
From LSJ
Ἑκὼν σεαυτὸν τῇ Κλωθοῖ συνεπιδίδου παρέχων συννῆσαι οἷστισί ποτε πράγμασι βούλεται. Πᾶν ἐφήμερον, καὶ τὸ μνημονεῦον καὶ τὸ μνημονευόμενον → Be willing to give yourself up to Clotho, letting her spin to whatever ends she pleases. All is ephemeral—both memory and the object of memory (Marcus Aurelius 4.34f.)
English (LSJ)
ἡ, poet. for νευρά, Theoc.25.213.
Russian (Dvoretsky)
νευρειή: v.l. νευρείη ἡ Theocr. = νευρά.
Greek (Liddell-Scott)
νευρειή: ἡ, ποιητ. ἀντὶ τοῦ νευρά, Θεόκρ. 25. 213.
Greek Monolingual
νευρειή, ἡ (Α)
(ποιητ. τ.) βλ. νευρά.
Greek Monotonic
νευρειή: ἡ, Επικ. αντί νευρά, σε Θεόκρ.