παλίγκραιπνος

From LSJ
Revision as of 15:10, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)

Source

German (Pape)

[Seite 448] sehr schnell, ποσί, Simm. ovum (XV, 27).

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
très agile.
Étymologie: πάλιν, κραιπνός.

Russian (Dvoretsky)

πᾰλίγκραιπνος: весьма проворный, резвый (πόδες Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

πᾰλίγκραιπνος: -ον, σφόδρα ταχύς, π. ποσὶ Ἀνθ. Π. 15. 27.

Greek Monolingual

παλίγκραιπνος, -ον (Α)
πολύ ταχύς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + κραιπνός»ταχύς»].

Greek Monotonic

πᾰλίγκραιπνος: -ον, πολύ γρήγορος, σε Ανθ.

Middle Liddell

πᾰλίγ-κραιπνος, ον,
very swift, Anth.