οἰνόγαλα

From LSJ
Revision as of 16:48, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

Ἢ μὴ γάμει τὸ σύνολον ἢ γαμῶν κράτει → Aut caelebs vive aut dominus uxori tuae → Bleib ledig oder herrsche über deine Frau

Menander, Monostichoi, 215
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰνόγᾰλα Medium diacritics: οἰνόγαλα Low diacritics: οινόγαλα Capitals: ΟΙΝΟΓΑΛΑ
Transliteration A: oinógala Transliteration B: oinogala Transliteration C: oinogala Beta Code: oi)no/gala

English (LSJ)

ακτος, τό, milk mixed with wine, Hp.Mul.1.80 (v.l. ὀνείῳ γάλακτι), Epid.7.82.

Greek (Liddell-Scott)

οἰνόγᾰλα: ακτος, τό, γάλα μεμιγμένον μετ’ οἴνου, Ἱππ. 629. 51, 123Β· ὁ Cornarius ὄνου γάλα.

Greek Monolingual

το (Α οἰνόγαλα, -ακτος) ποτό που αποτελείται από οίνο και γάλα
νεοελλ.
γάλα που έχει υποστεί οινοπνευματική ζύμωση.

German (Pape)

ακτος, τό, Weinmilch, Hippocr.