ἀελπτής
From LSJ
To χάρις ὑμῖν οὕτω τίθησιν κτλ. → Thus he writes joy to you all, etc. (Cramer's Catena on 1 Thessalonians 1.1)
Greek (Liddell-Scott)
ἀελπτής: -ές, περὶ οὗ δὲν ἔχει τις ἐλπίδα, ἀπροσδόκητος· γαῖαν ἀελπτέα δῶκεν ἰδέσθαι, Ὀδ. Ε. 408, ἔνθα ἄλλοτε ἀελπέα, ἴδε προηγ.
French (Bailly abrégé)
German (Pape)
ές, v.l. Od. 5.408 ἀελπτέα für ἀελπέα (Apoll. Lex.Hom. 10.27); vgl. Lobeck zu Phryn. 570 und Nic. Al. 125.