μάκτρον
From LSJ
Aristotle, Nicomachean Ethics, 5.30
English (LSJ)
τό, wiper, towel, Alex.Trall.Febr.1.
German (Pape)
[Seite 86] τό, Tuch zum Abwischen, Aler. Trall.
Greek (Liddell-Scott)
μάκτρον: τό, τὸ δι’ οὗ σπογγίζεταί τις, «προσόψι», «χαυλί», Εὐμάθ. σ. 62, Ἀλεξ. Τραλλ. 12. 671.
Mantoulidis Etymological
(=προσόψι, πετσέτα). Ἀπό τό μάσσω, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.