σμαρίλη

From LSJ
Revision as of 12:37, 30 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")

χρόνος ἐστὶ δάνος, τὸ ζῆν πικρός ἐσθ' ὁ δανίσας → time is a loan, and he who lent you life is a hard creditor | time is on loan and life's lender is a prick

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σμᾰρίλη Medium diacritics: σμαρίλη Low diacritics: σμαρίλη Capitals: ΣΜΑΡΙΛΗ
Transliteration A: smarílē Transliteration B: smarilē Transliteration C: smarili Beta Code: smari/lh

English (LSJ)

[ῑ], ἡ,= μαρίλη, Arist.Mir.833a25.

German (Pape)

μαρίλη.

Russian (Dvoretsky)

σμᾰρίλη: (ῐ) ἡ Arst. = μαρίλη.

Greek (Liddell-Scott)

σμαρίλη: [ῑ], ἡ, = μαρίλη, Ἀριστ. π. Θαυμασ. 41.

Greek Monolingual

ἡ, Α
μαρίλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του μαρίλη. Για το αρκτικό σ- πρβλ. μικρός: σμικρός.