φοβέστρατος

From LSJ
Revision as of 10:40, 8 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4, $7$9)")

εἶταγνώμων μοί πως ἀνίσταται → then my tool suddenly stood up

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φοβέστρᾰτος Medium diacritics: φοβέστρατος Low diacritics: φοβέστρατος Capitals: ΦΟΒΕΣΤΡΑΤΟΣ
Transliteration A: phobéstratos Transliteration B: phobestratos Transliteration C: fovestratos Beta Code: fobe/stratos

English (LSJ)

ον, = φοβεσιστράτη (scarer of hosts), αἰγίς, of Athena, Hes. Th. ap. Chrysipp. Stoic. 2.257, cf. EM 797.54.

German (Pape)

[Seite 1294] Kriegsschaaren schreckend, Hes. frg. im E. M. 797, 54, von der Aegis.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(ως προσωνυμία της θεάς Αθηνάς) (κατά το Μέγα Ετυμολογικόν) αυτή που τρέπει σε φυγή τα αντίπαλα στρατεύματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φοβῶ + στρατός (πρβλ. ἀγέστρατος, δεξίστρατος). Η μορφή του α' συνθετικού αναλογικά προς το αρχε-].

Russian (Dvoretsky)

φοβέστρατος: нагоняющий страх на (неприятельские) войска (αἰγίς Hes.).