φίλοχλος

From LSJ
Revision as of 16:41, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")

Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → Sile, melius vel loquere silentio → Was besser ist als Schweigen, sage oder schweig

Menander, Monostichoi, 208
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φίλοχλος Medium diacritics: φίλοχλος Low diacritics: φίλοχλος Capitals: ΦΙΛΟΧΛΟΣ
Transliteration A: phílochlos Transliteration B: philochlos Transliteration C: filochlos Beta Code: fi/loxlos

English (LSJ)

[ῐ], ον, loving popular favour, Ptol.Tetr.16, D.L.4.41; τὸ φ. ib.42.

German (Pape)

[Seite 1288] den großen Haufen liebend, Volksfreund, D. L. 4, 41. 42.

Greek (Liddell-Scott)

φίλοχλος: -ον, ὁ ἀγαπῶν τὴν εὔνοιαν τοῦ ὄχλου, Πτολ. Τετράβ. σ. 163. 11· τὸ φ. Διογέν. Λαέρτ. 4. 41 κἑξ.

Greek Monolingual

-ον, Α
1. αυτός που επιδιώκει να έχει την εύνοια του όχλου
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ φίλοχλον
η επιδίωξη της εύνοιας του όχλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + ὄχλος (πρβλ. πολύοχλος)].