κλεψύδριον
From LSJ
εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun
English (LSJ)
τό, Dim. of κλεψύδρα, Philostr. VS 2.10.1, 2.13.1.
German (Pape)
[Seite 1450] τό, dim. zum Vorigen, Philostr.
Greek Monolingual
κλεψύδριον, τὸ (AM)
(υποκορ. του κλεψύδρα) μικρή κλεψύδρα
μσν.
μικρό κομμάτι, απόκομμα, περικοπή.